- μπακράτσι
- το-ιού (λ. τουρκ.), μικρό χάλκινο αγγείο.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
μπακράτσι — το μικρό χάλκινο σκεύος με χερούλι, για νερό ή γάλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. bakrac] … Dictionary of Greek